Διάφορες Αναρτήσεις

Translate Police-Voice

Police

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2025

Μάτι: Επτά χρόνια από την τραγωδία - Η πύρινη λαίλαπα με τους 104 νεκρούς και οι μαρτυρίες που συγκλονίζουν

https://www.police-voice.com/



Police-Voice blog ➤

Η τραγωδία που συγκλόνισε τη χώρα, η εγκληματική αμέλεια των κυβερνόντων, τα λάθη και η προσπάθεια συγκάλυψης

«Πέρασαν 11 μέρες και τη Μαργαρίτα δεν την είδα ποτέ. Πέθανε στις 3 Αυγούστου αφού εκείνη τη μέρα έκανε ασπίδα το κορμί της για να σώσει τον μπέμπη της. Χάσαμε τα παιδιά μας μαζί με άλλους 104 ανθρώπους. Όλοι μείναμε πίσω με ένα κάρβουνο. Εγώ δεν κάηκα αλλά έχει καεί η ψυχή μου. Δεν ζω, απλά υπάρχω μέχρι να κλείσω τα μάτια μου».

Ο μπέμπης της Μαργαρίτας ήταν το πρώτο θύμα της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι, την ημέρα που σταμάτησε ο χρόνος για δεκάδες οικογένειες και για όλους τους Έλληνες.

Η μητέρα του έφυγε 12 μέρες μετά, αφήνοντας τον σύζυγό της Ανδρέα μόνο του, να αναρωτιέται σχεδόν καθημερινά, να ψάχνει μέσα του τα «αν» και τα «γιατί» της δικής του προσωπικής τραγωδίας.

Εκείνη τη Δευτέρα 23 Ιουλίου του 2018 ο γιος του πυροσβέστη Ανδρέα Δημητρίου και της συζύγου του Μαργαρίτας έκλεινε έξι μήνες ζωής και οι γονείς του θα πήγαιναν να δουν τα ρούχα που θα φορούσε ο μπέμπης στη βάφτιση.

«Θυμάμαι που μου είχε πει η γυναίκα μου “πάμε πρώτα να δούμε τα ρούχα του παιδιού και μετά πήγαινε στην υπηρεσία”. Εγώ τότε της αρνήθηκα. Αν όμως την είχα ακούσει, ίσως να ήταν αλλιώς τα πράγματα» θα πει μετά από καιρό προσθέτοντας: «Κάθε βράδυ ψάχνω τα “αν” αλλά δεν καταλήγω πουθενά».

Τα ίδια “αν” μαζί με πάρα πολλά “γιατί” ταλανίζουν ακόμη τους συγγενείς των θυμάτων και των εγκαυματιών που μόνο δικαιωμένοι δεν νιώθουν - ακόμη και μετά από τη δίκη για το Μάτι - εφτά χρόνια έπειτα από εκείνη την εφιαλτική ημέρα που δεν θα φύγει ποτέ από τη μνήμη τους.

Η αρχή της τραγωδίας


Λίγο μετά τις τρεις το απόγευμα εκείνης της μαύρης Δευτέρας ένας 65χρονος κάτοικος στην περιοχή Νταού Πεντέλης, προσπαθεί να κάψει κάποια κούτσουρα, πιστεύοντας ότι όλα θα εξελιχθούν ομαλά.

Στις πέντε παρά είκοσι κάμερα ασφαλείας σε παρακείμενη κατοικία, καταγράφει λευκό καπνό να υψώνεται ανάμεσα σε μια διώροφη κατοικία και μια πρόχειρη κατασκευή που παραπέμπει σε μαντρί ή κοτέτσι.

Σε ελάχιστα λεπτά η φωτιά που ξεκινάει παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και οι ισχυροί δυτικοί άνεμοι τη σπρώχνουν ανατολικά με κατεύθυνση προς το Νέο Βουτζά, ενώ το 199 της Πυροσβεστικής ειδοποιείται στις πέντε παρά δέκα.

Από εκείνη τη στιγμή και τις επόμενες ώρες η τότε πολιτική ηγεσία, τα δύο πρώτα ονόματα στην ιεραρχία της Πυροσβεστικής αλλά και η Αστυνομία, χάνουν τα αυγά και τα καλάθια, κάνοντας απανωτά λάθη που αποδείχθηκαν μοιραία.

Το πρώτο ήταν η μετακίνηση τουλάχιστον 11 οχημάτων από την περιοχή της Νέας Μάκρης στη φωτιά της Κινέτας και το δεύτερο η λάθος εκτίμηση των Σωτήρη Τερζούδη-Βασίλη Ματθαιόπουλου (αρχηγός και υπαρχηγός της Πυροσβεστικής αντίστοιχα) για τη φωτιά που περνάει από τον Νέο Βουτζά και πλησιάζει το Μάτι.

Η πύρινη λαίλαπα που σάρωσε τα πάντα


Τα λάθη του κρατικού μηχανισμού διαδέχονται το ένα το άλλο, ενώ η φωτιά φτάνει στο Μάτι και άνθρωποι αρχίζουν να φεύγουν αλλόφρονες, χωρίς να έχουν πάρει οδηγίες από τους αρμόδιους. Θα είναι άθελά τους οι πρωταγωνιστές της τραγωδίας που θα εξελιχθεί τις επόμενες ώρες σε αυτό τον παράδεισο που μετατράπηκε σε επί γης κόλαση.

Όταν η Αστυνομία κλείνει τη Λεωφόρο Μαραθώνος, ουσιαστικά σπρώχνει όσους ήθελαν να φύγουν αλλά κι αυτούς που έρχονταν αναζητώντας τους δικούς τους, πίσω στο Μάτι, προς το Κόκκινο Λιμανάκι.

Αυτοί που επέζησαν αποκαλούν πλέον το συγκεκριμένο δρόμο «ο δρόμος του θανάτου», αφού εκεί εγκλωβίστηκαν δεκάδες άνθρωποι μέσα στα αυτοκίνητά τους και στο λεγόμενο «οικόπεδο του θανάτου» όπου έσβησαν 26 άτομα που δεν είχαν δρόμο διαφυγής.

«Καιγόταν ότι ήταν εύφλεκτο, ξύλα, κολόνες της ΔΕΗ, σπίτια τα πάντα...» καταγράφηκε σε μια από τις εκατοντάδες μαρτυρίες εκείνης της εφιαλτικής βραδιάς. «Κατέβηκα στις παραλίες, φώναζα, έλεγα το όνομα της κόρης μου, δεν έπαιρνα απάντηση, πήγαινα στην επόμενη. Εκείνη την ώρα είδα και τον πρώτο νεκρό. Ήταν ένας καμένος άνθρωπος ξαπλωμένος στην άκρη του δρόμου».

Ο αριθμός των νεκρών αρχίζει να μεγαλώνει, όσο περνούν οι ώρες ενώ όσοι καταλήγουν στη θάλασσα παλεύουν με τα νερά και την αποπνιχτική ατμόσφαιρα, ειδικά οι ηλικιωμένοι, ενώ βοήθεια δεν έρχεται από το πουθενά. Όταν οι πυροσβέστες βρίσκουν τις πρώτες σωρούς, ενημερώνουν το Συντονιστικό αλλά ο τότε υπουργός προστασίας του πολίτη Νίκος Τόσκας φέρεται να επιλέγει την σιωπή μαζί με τους υπόλοιπους εμπλεκόμενους.

«Νόμιζα ότι ήταν ξύλα που καίγονταν, αλλά ήταν οι γονείς μου»


Ο Τόσκας είναι ο άνθρωπος που μετά την τραγωδία θα βγει να δηλώσει ότι δεν έβρισκε λάθη στον επιχειρησιακό


Πηγή ➤https://www.protothema.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου