Οι Δασικοί χάρτες έφεραν τα πάνω κάτω για εκατομμύρια πολίτες οι οποίοι είδαν την περιουσία τους να μετατρέπεται σε δάσος από τη μια μέρα στην άλλη. Το κράτος καλεί όσους έχουν αντιρρήσεις να πληρώσουν παράβολο για να τις καταθέσουν.
Ωστόσο μια απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ανατρέπει τα δεδομένα. Οι πολίτες δεν χρειάζεται να πληρώσουν παράβολα για να υποβάλλουν αντιρρήσεις. Δεν χρειάζεται δηλάδή να πληρώσουν χρήματα για να μπορέσουν να κάνουν προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Όπως εξηγεί στο newsit.gr ο Δικηγόρος Γιώργος Λωρίτης οι πολίτες (οι οποίοι ακόμη δεν το έχουν πράξει) δεν χρειάζεται να μπουν στην διαδικασία της ένστασης και φυσικά δεν χρειάζεται να πληρώσουν παράβολο.
Μπορούν να παρακάμψουν τη διαδικασία, να γλιτώσουν δηλαδή τα χρήματα για το παράβολο, απευθυνόμενοι απευθείας στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Τι πρέπει να κάνετε για να μην πληρώσετε παράβολο για αντιρρήσεις
Με μια πολύ πρόσφατη και νομικά γενναία απόφαση το Ε’ τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας έρχεται να λυτρώσει τους πολίτες από τα παράβολα και τις αντιρρήσεις. Στην διαδικασία των δασικών χαρτών τα παράβολα ήταν η μεγαλύτερη αδικία και οι ίδιες οι αντιρρήσεις ήταν η μεγαλύτερη παγίδα.
Τα παράβολα ήταν ένα πανάκριβο χαράτσι, νομικά και πρακτικά αδικαιολόγητο. Εάν οι θιγόμενοι πολίτες ήταν έστω και λίγο οργανωμένοι θα είχαν μπορέσει και πολιτικά να ανατρέψουν τα παράβολα αλλά και δικαστικά να τα ακυρώσουν.
Οι αντιρρήσεις περιέργως απλοϊκεύθηκαν και διαστρεβλώθηκαν από την νομική άγνοια των επαγγελματιών που αναλαμβάνουν την σχετική διαδικασία και θεωρήθηκε ότι αφορούν μόνο μια στείρα άρνηση της αεροφωτογραφίας του 1945.
Δεν έγινε αντιληπτό ότι οι αντιρρήσεις, όπως και το όλο θέμα των αναρτημένων δασικών χαρτών, είναι ένα βαθιά νομικό και σχεδόν μόνο νομικό ζήτημα.
Δεν έγινε αντιληπτό ότι είναι διαφορετικά πράγματα το «φυσικό δάσος» (υπό την έννοια της φυσικής μορφής-κατάστασης) από το «νομικό δάσος» (υπό την έννοια του νομικού χαρακτηρισμού ως δάσους που αυτός και μόνο αυτός το υπάγει και στην δασική νομοθεσία και στο τεκμήριο κυριότητος του δημοσίου).
Αυτή τη στιγμή όμως με την ανάρτηση των δασικών χαρτών το κρίσιμο θέμα είναι ο νομικός χαρακτηρισμός μιας εκτάσεως ως δάσους και όχι η φυσική μορφή της εκτάσεως. Η φυσική μορφή της εκτάσεως σε μια στιγμιαία (και δή του 1945) αποτύπωση σε αεροφωτογραφία, από μόνη της, δεν ισοδυναμεί με νομικό χαρακτηρισμό μιας εκτάσεως ως δάσους.
Και με υποτιθέμενη ως αληθή την φυσική μορφή του δάσους, το στοιχείο αυτό δεν είναι ικανό από μόνο του να προσδώσει και τον νομικό-διοικητικό χαρακτηρισμό ως δάσους. Υπάρχει πληθώρα νομικών επιχειρημάτων εδραζομένων και σε νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας που, κατά περίπτωση, προστατεύουν την ιδιοκτησία του πολίτη.
Αυτά τα πολλά νομικά επιχειρήματα είναι αντικείμενο της νομικής επιστήμης (μόνο που λόγω της πολυπλοκότητας και της δυσκολίας των θεμάτων απαιτείται μια βαθιά εξειδίκευση) και όχι της δασολογίας που είναι αρμόδια μόνο για την φυσική μορφή της εκτάσεως.
Συνεπώς θα ανέμενε κανείς να δει τους πολίτες να προσφεύγουν κυρίως σε νομικούς για την άμυνά τους και μόνο κατ’ εξαίρεση να ασχολούνται με το πιο αδύναμο στοιχείο δηλ. αυτό της φυσικής μορφής της εκτάσεως κατά το 1945 και συνακόλουθα της δασολογίας. Π.χ. μία τεχνητή δασική φυτεία, από την σκοπιά του δασολόγου έχει ολοφάνερα δασική μορφή και έτσι είναι («φυσικό») δάσος, αλλά από την πλευρά του νομικού είναι ολοφάνερα μη δάσος (δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί νομικά ως δάσος και να υπαχθεί στην δασική νομοθεσία παρ’ ότι από φυσικής απόψεως έχει όντως μορφή δάσους).
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την αεροφωτογραφία του 1945. Από την σκοπιά του δασολόγου και το γνωστικό αντικείμενο της επιστήμης του, το μέγιστο μέρος των εκτάσεων που εμφανίζονται ως φυσικό δάσος κατά το 1945 είχε αληθινά τότε την φυσική μορφή δάσους. Οπότε το να επιχειρεί ο πολίτης με κατά παραγγελία φωτοερμηνείες να διαστρεβλώσει την πραγματική-φυσική μορφή που είχε η έκτασή του το 1945, είναι απλώς χαμένος κόπος και χρήματα, και το χειρότερο είναι ότι τον αποπροσανατολίζουν κιόλας από την μοναδική δυνατή άμυνα που είναι η νομική άμυνα (βλ. σχετικά στο http://loritis.com ).
Στο τέλος ο χαρακτηρισμός μιας εκτάσεως ως δασικής κρίνεται νομικά από το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο δηλ. το Συμβούλιο της Επικρατείας και όχι από κάποιο ανώτατο συμβούλιο δασολόγων !
Προφανώς και δεν αρκεί να γράψει ο πολίτης απλοϊκές και μη νομικές αντιρρήσεις του είδους «έχω αντιρρήσεις» ή «δεν είχε η έκτασή μου αληθινά δασική φυσική μορφή το 1945» για να αποφύγει τον νομικό χαρακτηρισμό των εκτάσεών του ως δασικών.
Σκεφθείτε έναν κατηγορούμενο που πάει στο δικαστήριο και απλώς δηλώνει «είμαι αθώος» και δεν κάνει και δεν λέει τίποτε άλλο για να υπερασπισθεί τον εαυτό του.
Το ότι για το μεγαλύτερο μέρος των δασικών εκτάσεων της χώρας ελλείπουν τα πραγματικά στοιχεία που στηρίζουν τα ανωτέρω νομικά επιχειρήματα, ενισχύουν τις ανωτέρω θέσεις διότι ακριβώς εδώ μας απασχολούν οι εξαιρέσεις. Π.χ. στα 71.876.755 στρέμματα περίπου, ήτοι το 54,58% της χώρας για τα οποία έχουν αναρτηθεί δασικοί χάρτες, μόνο τα περίπου 2.000.000 στρ. (περίπου το 3%) είναι δασικά το 1945 αλλά καλλιεργούμενα σήμερα (Ν. Λαρίσης 554.952 στρ. , Ν. Ηλείας 302.556 στρ. , Ν. Αχαΐας 198.227 στρ ., Ν. Λακωνίας 169.585 στρ. , Ν. Μαγνησίας 149.695 στρ. , Ν. Μεσσηνίας με 139.683 στρ. , Ν. Χαλκιδικής 131.580 στρ. , Ν. Κοζάνης με 109.078 στρ. κλπ.). Όμως αυτό το κατ’ εξαίρεση περίπου 3% συνολικά για ολόκληρη τη χώρα, αντιστοιχεί σε περίπου 5.000.000 στρ. που με τη σειρά τους αντιστοιχούν σε χιλιάδες αγρότες και οικογένειες με πατρογονικές περιουσίες, που σήμερα χάνονται από την άγνοια αναρμόδιων επιστημών και τον εγκλωβισμό στο γνωστικό επίπεδο της γειτονιάς μας. Σε αυτές τις κατ’ εξαίρεση εκτάσεις συνήθως (ή έστω συχνά) υπάρχουν και τα πραγματικά στοιχεία που στηρίζουν και τους νομικούς λόγους που αποκλείουν το νομικό χαρακτηρισμό τους ως δασών, αλλά χρειάζεται να έχει κανείς νομική, και όχι δασολογική, εξειδίκευση για να τα αξιολογήσει και να τα ενδύσει νομικά.
Αυτή την επικίνδυνη και άδικη κατάσταση έρχεται να διορθώσει το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο με μία πολύ πρόσφατη και νομικά γενναία απόφαση ανατρέπει το νομικό τοπίο και αχρηστεύει τα παράβολα και τις αντιρρήσεις, κρίνοντας ότι μπορεί ο πολίτης να προσφύγει απ’ ευθείας στο Συμβούλιο της Επικρατείας με αίτηση ακυρώσεως κατά της πράξης κύρωσης του αναρτημένου δασικού χάρτη, έστω και εάν δεν έχει ασκήσει αντιρρήσεις κατά του αναρτημένου δασικού χάρτη.
«….Υπόκεινται, επομένως, σε αίτηση ακυρώσεως …. όχι μόνο οι πράξεις κύρωσης που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 19 του ν. 3889/2010, δηλαδή μετά την εξέταση των αντιρρήσεων που ασκήθηκαν ….. αλλά και οι πράξεις κύρωσης που εκδίδονται κατά το άρθρο 17 του ίδιου νόμου και αφορούν το μέρος των αναρτηθέντων δασικών χαρτών που δεν έχει αμφισβητηθεί με την άσκηση αντιρρήσεων…….. Κατά συνέπεια, και παρ’ ότι στο άρθρο 17 του ν. 3889/2010 δεν περιλαμβάνεται διάταξη αντίστοιχη με αυτήν του άρθρο 19 παρ. 4 (ήδη 5) του ίδιου νόμου, προβλέπουσα και ρητώς την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως, η πράξη μερικής κύρωσης δασικού χάρτη του άρθρου 17 του ν. 3889/2010, η οποία συνεπάγεται την οριστικοποίηση του χάρτη κατά το μέρος αυτό και την πρόσδοση σε αυτόν πλήρους αποδεικτικής ισχύος, υπόκειται,….. σε αίτηση ακυρώσεως, και μάλιστα, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας,……»
Το όφελος για τους θιγόμενους πολίτες είναι διπλό. Πρώτον γλιτώνουν το κόστος των παραβόλων, και δεύτερον και σημαντικότερον έχουν την ευκαιρία να αντιληφθούν ότι οι αντιρρήσεις δεν είναι κάτι απλό, κι’ αυτό διότι τους ίδιους λόγους τώρα θα πρέπει να τους προβάλλουν κατευθείαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας, και φυσικά είναι φανερό ότι αυτό δεν ανήκει στο γνωστικό αντικείμενο ούτε δασολόγων ούτε τοπογράφων αλλά νομικών και μάλιστα με μεγάλη εξειδίκευση στα δασικά θέματα λόγω της πολυπλοκότητος και της ευρύτητος του αντικειμένου.. Όμως το περιεχόμενο μιας τέτοιας αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας θα έπρεπε να είναι και το περιεχόμενο των αντιρρήσεων, και έτσι καθίσταται προφανές ότι οι αντιρρήσεις δεν ήταν (και δεν είναι για όσους τις επιλέξουν) κάτι απλό που θα μας το κάνουν στη γειτονιά μας.
Εδώ όμως ξεκινάει μία άλλη ενδεχόμενη παγίδα για τους πολίτες, αφού, όταν θα κυρωθεί ο δασικός χάρτης μιας μεγάλης περιοχής, τότε η προθεσμία για την προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας που είναι 60 ημέρες, δεν θα είναι αρκετή (και ούτε θα επιδέχεται παρατάσεις) για τον πολίτη να σκεφτεί και να καταλάβει, και τότε να προσφύγει σε νομικό για να ασκήσει αίτηση ακυρώσεως στο Σ.τ.Ε. με σωστούς νομικούς λόγους, μετά από ενδελεχή έρευνα και αξιολόγηση των δικών του στοιχείων κλπ. Ο κάθε πολίτης που θέλει να υπερασπιστεί την περιουσία του θα πρέπει να είναι έτοιμος έχοντας τις συντεταγμένες των εκτάσεών του που θίγονται, και έχοντας επιλέξει τον νομικό της επιλογής του και να του έχει δώσει όλα τα απαραίτητα στοιχεία, πολύ πριν από την έναρξη της προθεσμίας των 60 ημερών. Αλλιώς μέσα σε έναν γενικευμένο συνωστισμό δεν θα είναι δυνατόν να γίνει ούτε σωστή, και μάλλον ούτε καν αίτηση ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας.